πολυσύλλαβος

πολυσύλλαβος
-η, -ο
αυτός που έχει πολλές συλλαβές: Πολυσύλλαβη λέξη.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • πολυσύλλαβος — η, ο / πολυσύλλαβος, ον, ΝΜΑ γραμμ. (κυρίως για λέξη) αυτός που σύγκειται από πολλές συλλαβές. επίρρ... πολυσυλλάβως ΝΜΑ με πολλές συλλαβές. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + σύλλαβος (< συλλαβή), πρβλ. μονο σύλλαβος] …   Dictionary of Greek

  • πολυσυλλάβοις — πολυσύλλαβος polysyllabic masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυσυλλάβους — πολυσύλλαβος polysyllabic masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυσυλλάβων — πολυσύλλαβος polysyllabic masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυσύλλαβα — πολυσύλλαβος polysyllabic neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυσύλλαβοι — πολυσύλλαβος polysyllabic masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • polisílabo — (Del gr. polys , mucho + syllabe, sílaba.) ► adjetivo GRAMÁTICA Se refiere a la palabra que tiene más de una sílaba: ■ en castellano hay muchas palabras polisílabas. * * * polisílabo, a (del lat. «polysyllӑbus», del gr. «polysýllabos») adj. y n.… …   Enciclopedia Universal

  • μακροϊαμβείον — μακροϊαμβεῑον, τὸ (Α) μεγάλος, πολυσύλλαβος ιαμβικός στίχος. [ΕΤΥΜΟΛ. < μακρ(ο) * + ἰαμβεῖον (< ἰαμβεῖος < ἴαμβος)] …   Dictionary of Greek

  • πολυ- — Α το, Ν άκλ. (βιοχ.) πολυριβονουκλεοτίδιο που αποτελείται εξ ολοκλήρου από αδενυλικά υπολείμματα. ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο επιθ. πολύς και δηλώνει ότι το β συνθετικό γίνεται πολλές φορές,… …   Dictionary of Greek

  • υπερδισύλλαβος — η, ο (για λέξεις), αυτός που έχει περισσότερες από δύο συλλαβές, πολυσύλλαβος: Η λέξη λεξικό είναι υπερδισύλλαβη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”